ΠΡΩΤΟ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΠΡΩΤΟ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

(Άρθρο 6(2))

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ ΜΗΤΡΩΟ Φ.Π.Α.

Υποχρέωση προς εγγραφή

1.—(1) Τηρουμένων των διατάξεων των υποπαραγράφων (3) μέχρι (5) πιο κάτω, πρόσωπο που πραγματοποιεί φορολογητέες συναλλαγές και δεν είναι εγγεγραμμένο δυνάμει του παρόντος Νόμου καθίσταται υπόχρεο να εγγραφεί—

(α) Στο τέλος οποιουδήποτε μήνα, αν η αξία των φορολογητέων συναλλαγών του κατά την περίοδο ενός έτους που τελειώνει σε αυτό το χρονικό σημείο έχει υπερβεί τις £9.000, ή

(β) σε οποιοδήποτε χρονικό σημείο αν υπάρχουν βάσιμοι λόγοι να πιστεύεται ότι η αξία των φορολογητέων συναλλαγών του κατά την περίοδο των τριάντα ημερών που αρχίζει από αυτό το χρονικό σημείο θα υπερβεί τις £9.000.

(2) Όταν επιχείρηση που ασκείται από υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο μεταβιβάζεται σε άλλο ως δρώσα οικονομική μονάδα και ο εκδοχέας δεν είναι εγγεγραμμένος δυνάμει του παρόντος Νόμου κατά το χρόνο της μεταβίβασης, τότε, τηρουμένων των διατάξεων των υποπαραγράφων (3) μέχρι (5) πιο κάτω, ο εκδοχέας καθίσταται υπόχρεος να εγγραφεί δυνάμει του παρόντος Παραρτήματος κατά το χρόνο της μεταβίβασης αν—

(α) Η αξία των φορολογητέων συναλλαγών του κατά την περίοδο ενός έτους που τελειώνει κατά το χρόνο της μεταβίβασης έχει υπερβεί τις £9.000, ή

(β) υπάρχουν βάσιμοι λόγοι να πιστεύεται ότι η αξία των φορολογητέων συναλλαγών του κατά την περίοδο των τριάντα ημερών που αρχίζει από το χρόνο της μεταβίβασης θα υπερβεί τις £9.000.

(3) Πρόσωπο δεν καθίσταται υπόχρεο να εγγραφεί δυνάμει της υποπαραγράφου (1)(α) ή (2)(α) πιο πάνω αν ο Έφορος ικανοποιηθεί ότι η αξία των φορολογητέων συναλλαγών του κατά την περίοδο ενός έτους που αρχίζει κατά το χρόνο κατά τον οποίο, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η παρούσα υποπαράγραφος, θα καθίστατο υπόχρεο να εγγραφεί, δε θα υπερβεί τις £8.000.

(4) Πρόσωπο δεν παύει να είναι υπόχρεο να εγγραφεί δυνάμει του παρόντος Παραρτήματος παρά μόνο σύμφωνα με την παράγραφο 2(5), 3 ή 4 πιο κάτω.

(5) Όταν καθορίζεται η αξία των συναλλαγών προσώπου για τους σκοπούς της υποπαραγράφου (1) ή (2) πιο πάνω, παραδόσεις αγαθών ή παροχές υπηρεσιών, που αποτελούν κεφαλαιουχικά περιουσιακά στοιχεία της επιχείρησης μέσα στα πλαίσια ή για προώθηση της οποίας παραδίδονται ή παρέχονται, δε λαμβάνονται υπόψη.

2.—(1) Χωρίς να επηρεάζονται οι διατάξεις της παραγράφου 1 πιο πάνω και με σκοπό να παρεμποδιστεί η διατήρηση ή δημιουργία οποιουδήποτε τεχνητού διαχωρισμού των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων που ασκούνται από δύο ή περισσότερα πρόσωπα με αποτέλεσμα την αποφυγή καταβολής του Φ.Π.Α., αν ο Έφορος εκδώσει οδηγία δυνάμει της παρούσας παραγράφου, τα πρόσωπα που κατονομάζονται στην οδηγία θεωρούνται ως ενιαίο υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο που ασκεί τις δραστηριότητες της επιχείρησης που περιγράφεται στην οδηγία και αυτό το υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο είναι υπόχρεο να εγγραφεί δυνάμει του παρόντος Παραρτήματος· η υποχρέωση του προς εγγραφή αρχίζει από την ημερομηνία της οδηγίας ή, αν έτσι προβλέπει η οδηγία, από τέτοια μεταγενέστερη ημερομηνία που μπορεί να προσδιορίζεται στην οδηγία.

(2) Ο Έφορος δεν εκδίδει οδηγία δυνάμει της παρούσας παραγράφου κατονομάζοντας οποιοδήποτε πρόσωπο εκτός αν ικανοποιηθεί—

(α) Ότι το πρόσωπο αυτό πραγματοποιεί ή έχει πραγματοποιήσει φορολογητέες συναλλαγές· και

(β) ότι οι δραστηριότητες μέσα στα πλαίσια των οποίων πραγματοποιεί ή έχει πραγματοποιήσει τις εν λόγω φορολογητέες συναλλαγές αποτελούν μέρος μόνο ορισμένων δραστηριοτήτων που κανονικά έπρεπε να θεωρούνται ως δραστηριότητες της επιχείρησης που περιγράφεται στην οδηγία, και ότι οι άλλες δραστηριότητες ασκούνται ταυτόχρονα ή ασκούνταν προηγουμένως (ή και τα δύο) από ένα ή περισσότερα άλλα πρόσωπα· και

(γ) ότι, αν όλες οι φορολογητέες συναλλαγές αυτής της επιχείρησης λαμβάνονταν υπόψη, το πρόσωπο που ασκεί αυτήν την επιχείρηση θα καθίστατο υπόχρεο να εγγραφεί δυνάμει της παραγράφου 1 πιο πάνω κατά το χρόνο έκδοσης της οδηγίας· και

(δ) ότι ο κύριος λόγος ή ένας από τους κύριους λόγους που το εν λόγω πρόσωπο ασκεί τις δραστηριότητες που αναφέρονται πρώτες στην παράγραφο (β) πιο πάνω με τον τρόπο που τις ασκεί είναι η αποφυγή της υποχρέωσης να εγγραφεί (ανεξάρτητα από το αν η υποχρέωση θα ήταν δική του, κάποιου άλλου προσώπου ή δύο ή περισσοτέρων προσώπων από κοινού).

(3) Οδηγία που εκδίδεται δυνάμει της παραγράφου αυτής επιδίδεται σε κάθε ένα από τα πρόσωπα που κατονομάζονται σε αυτή.

(4) Όταν ο Έφορος διαπιστώνει ότι πρόσωπο που δεν κατονομάστηκε σε οδηγία που έχει εκδοθεί δυνάμει της παρούσας παραγράφου, πραγματοποιεί φορολογητέες συναλλαγές μέσα στα πλαίσια δραστηριοτήτων που κανονικά έπρεπε να θεωρηθούν ως μέρος των δραστηριοτήτων της επιχείρησης που περιγράφεται στην οδηγία, ο Έφορος δύναται να εκδώσει και να επιδώσει στο πρόσωπο αυτό συμπληρωματική οδηγία η οποία να αναφέρεται στην προηγούμενη οδηγία και στην επιχείρηση που προσδιορίζεται σε αυτή και στην οποία να προστίθεται το όνομα αυτού του προσώπου σε εκείνα των προσώπων που κατονομάζονται στην προηγούμενη οδηγία· η ισχύς της συμπληρωματικής οδηγίας αρχίζει από—

(α) Την ημερομηνία κατά την οποία άρχισε να πραγματοποιεί τις εν λόγω φορολογητέες συναλλαγές, ή ·

(β) αν ήταν μεταγενέστερη, την ημερομηνία από την οποία το ενιαίο υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο που αναφέρεται στην προηγούμενη οδηγία κατέστη υπόχρεο να εγγραφεί δυνάμει του παρόντος Παραρτήματος.

(5) Αν, αμέσως πριν την οδηγία (συμπεριλαμβανομένης και συμπληρωματικής οδηγίας) που εκδόθηκε δυνάμει της παρούσας παραγράφου, οποιοδήποτε πρόσωπο που κατονομάζεται στην οδηγία είναι εγγεγραμμένο σε σχέση με φορολογητέες συναλλαγές που πραγματοποιεί όπως αναφέρεται στην υποπαράγραφο (2) ή (4) πιο πάνω, τότε παύει να είναι υπόχρεο να εγγραφεί· η υποχρέωσή του προς εγγραφή παύει από οποιαδήποτε από τις ακόλουθες ημερομηνίες είναι μεταγενέστερη—

(α) Την ημερομηνία από την οποία το εν λόγω ενιαίο υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο κατέστη υπόχρεο να εγγραφεί· και

(β) την ημερομηνία της οδηγίας.

(6) Αναφορικά με επιχείρηση που προσδιορίζεται σε οδηγία ή συμπληρωματική οδηγία που εκδίδεται δυνάμει της παρούσας παραγράφου, τα πρόσωπα που κατονομάζονται στην οδηγία μαζί με οποιοδήποτε πρόσωπο που κατονομάζεται στη συμπληρωματική οδηγία, το οποίο σχετίζεται με εκείνη την επιχείρηση (που όλα μαζί θεωρούνται ως ενιαίο υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο), αναφέρονται στις υποπαραγράφους (7) και (8) πιο κάτω ως τα "ιδρυτικά μέλη".

(7) Όταν εκδίδεται οδηγία δυνάμει της παρούσας παραγράφου, τότε, για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου—

(α) Το υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο που ασκεί την επιχείρηση που προσδιορίζεται στην οδηγία είναι εγγράψιμο με το όνομα που θα ήθελαν τα πρόσωπα που κατονομάζονται στην οδηγία να υποδείξουν από κοινού με γραπτή γνωστοποίηση που υποβάλλεται στον Έφορο μέσα σε δεκατέσσερις ημέρες από την ημερομηνία της οδηγίας ή, αν παραλείψουν να υποδείξουν κάποιο όνομα, με το όνομα που καθορίζεται στην οδηγία·

(β) οποιαδήποτε παράδοση αγαθών ή παροχή υπηρεσιών από ή προς ένα από τα ιδρυτικά μέλη μέσα στα πλαίσια των δραστηριοτήτων του υποκείμενου στο φόρο προσώπου θεωρείται ως συναλλαγή από ή προς εκείνο το πρόσωπο·

(γ) κάθε ένα από τα ιδρυτικά μέλη ευθύνονται από κοινού και ξεχωριστά για οποιοδήποτε Φ.Π.Α. οφειλόμενο από το υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο·

(δ) χωρίς επηρεασμό της παραγράφου (γ) πιο πάνω, οποιαδήποτε παράλειψη του υποκείμενου στο φόρο προσώπου να συμμορφωθεί με οποιαδήποτε υποχρέωση που επιβάλλεται δυνάμει του παρόντος Νόμου θεωρείται ως παράλειψη κάθε ιδρυτικού μέλους ξεχωριστά· και

(ε) τηρουμένων των διατάξεων των παραγράφων (α) μέχρι (δ) πιο πάνω, τα ιδρυτικά μέλη θεωρούνται ως συνεταιρισμός που ασκεί την επιχείρηση του υποκείμενου στο φόρο προσώπου και οποιοδήποτε ζήτημα ως προς την έκταση των δραστηριοτήτων της εν λόγω επιχείρησης σε οποιοδήποτε χρόνο θα αποφασίζεται αναλόγως.

(8) Αν ο Έφορος διαπιστώσει ότι ο οποιοδήποτε πρόσωπο που είναι ένα από τα ιδρυτικά μέλη δεν πρέπει να θεωρείται πλέον ως τέτοιο για τους σκοπούς των παραγράφων (γ) και (δ) της υποπαραγράφου (7) πιο πάνω και επιδώσει γνωστοποίηση ότι δεν το θεωρεί ιδρυτικό μέλος, το πρόσωπο αυτό δε θα ευθύνεται δυνάμει των εν λόγω παραγράφων για οτιδήποτε γίνεται μετά την ημερομηνία που καθορίζεται στη γνωστοποίηση και, ανάλογα, εκείνη την ημερομηνία θεωρείται ότι παύει να είναι μέλος του συνεταιρισμού που αναφέρεται στην παράγραφο (ε) της υποπαραγράφου (7).

(9) Όταν καθορίζεται για τους σκοπούς της υποπαραγράφου (1) πιο πάνω κατά πόσο οποιοσδήποτε διαχωρισμός επιχειρηματικών δραστηριοτήτων είναι τεχνητός, λαμβάνεται υπόψη η έκταση κατά την οποία τα διαφορετικά πρόσωπα που ασκούν εκείνες τις δραστηριότητες συνδέονται στενά το ένα με το άλλο με χρηματοδοτικούς, οικονομικούς και οργανωτικούς δεσμούς.

3. Πρόσωπο που έχει καταστεί υπόχρεο να εγγραφεί δυνάμει του παρόντος Νόμου, παύει να είναι υπόχρεο να εγγραφεί σε οποιοδήποτε χρόνο αν ο Έφορος ικανοποιηθεί σε σχέση με το χρόνο αυτό ότι το εν λόγω πρόσωπο—

(α) Έπαυσε να πραγματοποιεί φορολογητέες συναλλαγές· ή

(β) δεν είναι κατά το χρόνο αυτό πρόσωπο σε σχέση με το οποίο ισχύει οποιοσδήποτε από τους όρους που καθορίζονται στις παραγράφους 1(1)(α) και (β) και (2)(α) και (β) πιο πάνω.

4.—(1) Τηρουμένων των διατάξεων της υποπαραγράφου (2) πιο κάτω, πρόσωπο που έχει καταστεί υπόχρεο να εγγραφεί δυνάμει του παρόντος Παραρτήματος παύει να είναι υπόχρεο να είναι εγγεγραμμένο σε οποιοδήποτε χρόνο ύστερα από την εγγραφή του αν ο Έφορος ικανοποιηθεί ότι η αξία των φορολογητέων συναλλαγών του κατά την περίοδο ενός έτους που αρχίζει από τότε δε θα υπερβεί τις £8.000.

(2) Το πρόσωπο δεν παύει να είναι υπόχρεο να είναι εγγεγραμμένο δυνάμει της υποπαραγράφου (1) πιο πάνω αν ο Έφορος ικανοποιηθεί ότι ο λόγος που η αξία των φορολογητέων συναλλαγών του δε θα υπερβεί τις £8.000 είναι ότι κατά την εν λόγω περίοδο θα παύσει να πραγματοποιεί φορολογητέες συναλλαγές, ή θα αναστείλει την πραγματοποίησή τους για περίοδο τριάντα ημερών ή περισσοτέρων.

(3) Όταν προσδιορίζεται η αξία των συναλλαγών ενός προσώπου για τους σκοπούς της υποπαραγράφου (1) πιο πάνω, παραδόσεις αγαθών ή παροχές υπηρεσιών, που αποτελούν κεφαλαιουχικά περιουσιακά στοιχεία της επιχείρησης μέσα στα πλαίσια ή για προώθηση της οποίας παραδίδονται ή παρέχονται, δε λαμβάνονται υπόψη.

Ειδοποίηση για την υποχρέωση εγγραφής και εγγραφή

5.—(1) Πρόσωπο που καθίσταται υπόχρεο να εγγραφεί δυνάμει της παραγράφου 1(1)(α) πιο πάνω οφείλει να ειδοποιήσει τον Έφορο για την υποχρέωσή του μέσα σε τριάντα ημέρες από το τέλος του σχετικού μήνα.

(2) Ο Έφορος εγγράφει οποιοδήποτε τέτοιο πρόσωπο (είτε ειδοποιήσει τον Έφορο είτε όχι) και η εγγραφή του ισχύει από το τέλος του μήνα που ακολουθεί το σχετικό μήνα ή από μια προηγούμενη ημερομηνία που θα μπορούσε να συμφωνηθεί μεταξύ του Εφόρου και του προσώπου αυτού.

(3) Στην παρούσα παράγραφο ο "σχετικός μήνας", σε σχέση με πρόσωπο που καθίσταται υπόχρεο να εγγραφεί δυνάμει της παραγράφου 1(1)(α) πιο πάνω, σημαίνει το μήνα κατά το τέλος του οποίου καθίσταται υπόχρεο να εγγραφεί.

6.—(1) Πρόσωπο που καθίσταται υπόχρεο να εγγραφεί δυνάμει της παραγράφου 1(1)(β) πιο πάνω, οφείλει να ειδοποιήσει τον Έφορο για την υποχρέωση του πριν το τέλος της περιόδου των τριάντα ημερών εντός της οποίας δημιουργείται η υποχρέωση.

(2) Ο Έφορος εγγράφει οποιοδήποτε τέτοιο πρόσωπο (είτε ειδοποιήσει τον Έφορο είτε όχι) και η εγγραφή του ισχύει από την αρχή της περιόδου των τριάντα ημερών εντός της οποίας δημιουργείται η υποχρέωση.

7.—(1) Πρόσωπο που καθίσταται υπόχρεο να εγγραφεί δυνάμει της παραγράφου 1(2) πιο πάνω οφείλει να ειδοποιήσει τον Έφορο για την υποχρέωσή του μέσα σε τριάντα ημέρες από το χρόνο της μεταβίβασης της επιχείρησης.

(2) Ο Έφορος εγγράφει οποιοδήποτε τέτοιο πρόσωπο (είτε ειδοποιήσει τον Έφορο είτε όχι) και η εγγραφή του ισχύει από το χρόνο της μεταβίβασης της επιχείρησης.

8. Όταν ένα πρόσωπο καθίσταται υπόχρεο να εγγραφεί κατά τον ίδιο χρόνο δυνάμει των παραγράφων 1(1)(α) και 1(1)(β) πιο πάνω, ο Έφορος το εγγράφει σύμφωνα με την παράγραφο 6(2) ή 7(2) πιο πάνω, ανάλογα με την περίπτωση, αντί δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου 5(2) πιο πάνω.

Δικαίωμα προς εγγραφή

9. Όταν πρόσωπο, που δεν είναι υπόχρεο να εγγραφεί δυνάμει του παρόντος Νόμου και δεν είναι ήδη εγγεγραμμένο, ικανοποιεί τον Έφορο ότι—

(α) Πραγματοποιεί φορολογητέες συναλλαγές· ή

(β) ασκεί επιχείρηση και προτίθεται να πραγματοποιήσει τέτοιες συναλλαγές μέσα στα πλαίσια ή για προώθηση της επιχείρησης αυτής,

ο Έφορος, αν το ζητήσει γραπτώς το εν λόγω πρόσωπο, προβαίνει στην εγγραφή του και η εγγραφή ισχύει από την ημέρα που το ζήτησε ή από μια προηγούμενη ημερομηνία που θα μπορούσε να συμφωνηθεί μεταξύ του Εφόρου και του προσώπου αυτού.

10.—(1) Όταν πρόσωπο, που δεν είναι υπόχρεο να εγγραφεί δυνάμει του παρόντος Νόμου και δεν είναι ήδη εγγεγραμμένο, ικανοποιεί τον Έφορο ότι-

(α) Πραγματοποιεί συναλλαγές που εμπίπτουν στην υποπαράγραφο (2) πιο κάτω· ή

(β) ασκεί επιχείρηση και προτίθεται να πραγματοποιήσει τέτοιες συναλλαγές μέσα στα πλαίσια ή για προώθηση αυτής της επιχείρησης,

και (είτε στη μια είτε στην άλλη περίπτωση) εμπίπτει στην υποπαράγραφο (3) πιο κάτω, ο Έφορος, αν το ζητήσει γραπτώς τέτοιο πρόσωπο, το εγγράφει και η εγγραφή του αρχίζει να ισχύει από την ημέρα που το ζήτησε ή από μια προηγούμενη ημερομηνία που θα μπορούσε να συμφωνηθεί μεταξύ του Εφόρου και του προσώπου αυτού.

(2) Μια συναλλαγή εμπίπτει στην παρούσα υποπαράγραφο αν πραγματοποιείται εκτός της Δημοκρατίας, αλλά θα ήταν φορολογητέα συναλλαγή αν πραγματοποιείτο στο εσωτερικό της Δημοκρατίας.

(3) Ένα πρόσωπο εμπίπτει στην παρούσα υποπαράγραφο αν—

(α) Έχει επιχειρηματική εγκατάσταση στη Δημοκρατία ή ο συνηθισμένος τόπος της διαμονής του είναι στη Δημοκρατία· και

(β) δεν πραγματοποιεί και ούτε προτίθεται να πραγματοποιήσει φορολογητέες συναλλαγές.

(4) Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου—

(α) Πρόσωπο που ασκεί επιχείρηση μέσω υποκαταστήματος ή αντιπροσωπείας στη Δημοκρατία θεωρείται ότι έχει επιχειρηματική εγκατάσταση στη Δημοκρατία, και

(β) "συνηθισμένος τόπος διαμονής", σε σχέση με νομικό πρόσωπο, σημαίνει τον τόπο όπου έχει νόμιμα συσταθεί.

Ειδοποίηση για τον τερματισμό της υποχρέωσης ή του δικαιώματος για εγγραφή

11. Πρόσωπο εγγεγραμμένο δυνάμει της παραγράφου 5, 6 ή 9 πιο πάνω, που παύει να πραγματοποιεί ή να έχει την πρόθεση να πραγματοποιήσει φορολογητέες συναλλαγές, οφείλει να ειδοποιήσει τον Έφορο για το γεγονός αυτό μέσα σε εξήντα ημέρες από την ημέρα της επέλευσής του.

12. Πρόσωπο εγγεγραμμένο δυνάμει της παραγράφου 10 πιο πάνω το οποίο—

(α) Παύει να πραγματοποιεί ή να έχει την πρόθεση να πραγματοποιήσει συναλλαγές που εμπίπτουν στην υποπαράγραφο (2) της παραγράφου 10· ή

(β) πραγματοποιεί ή έχει πρόθεση να πραγματοποιήσει φορολογητέες συναλλαγές,

οφείλει να ειδοποιήσει τον Έφορο για το γεγονός αυτό μέσα σε εξήντα ημέρες από την ημέρα της επέλευσής του.

Ακύρωση της εγγραφής

13.—(1) Όταν εγγεγραμμένο πρόσωπο ικανοποιεί τον Έφορο ότι δεν είναι υπόχρεο να είναι εγγεγραμμένο δυνάμει του παρόντος Παραρτήματος, ο Έφορος, αν το ζητήσει γραπτώς το πρόσωπο, ακυρώνει την εγγραφή του και η ακύρωση ισχύει από την ημέρα που το ζήτησε ή από μια μεταγενέστερη ημερομηνία που θα μπορούσε να συμφωνηθεί μεταξύ του Εφόρου και του προσώπου αυτού.

(2) Όταν ο Έφορος ικανοποιηθεί ότι εγγεγραμμένο πρόσωπο έχει παύσει να είναι εγγράψιμο, δύναται να ακυρώσει την εγγραφή του και η ακύρωση ισχύει από την ημέρα της παύσης ή από μια μεταγενέστερη ημερομηνία που θα μπορούσε να συμφωνηθεί μεταξύ του Εφόρου και του προσώπου αυτού.

(3) Όταν ο Έφορος ικανοποιηθεί ότι την ημέρα κατά την οποία ενεγράφη κάποιο πρόσωπο δεν ήταν εγγράψιμο, δύναται να ακυρώσει την εγγραφή του και η ακύρωση ισχύει από εκείνη την ημέρα.

Εξουσία διαφοροποίησης καθορισμένων ποσών με διάταγμα

14. Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται με διάταγμα να αντικαταστήσει οποιαδήποτε από τα ποσά που καθορίζονται στο παρόν Παράρτημα με άλλα ποσά που θα έκρινε σκόπιμο.

Συμπληρωματικές διατάξεις

15. Η αξία παράδοσης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών καθορίζεται για τους σκοπούς του παρόντος Παραρτήματος χωρίς να λαμβάνεται υπόψη οποιοσδήποτε Φ.Π.Α. επιβλητέος επί της συναλλαγής.

16. Οποιαδήποτε ειδοποίηση που απαιτείται να υποβληθεί στον Έφορο δυνάμει του παρόντος Παραρτήματος, υποβάλλεται σε τέτοιο τύπο και περιέχει τέτοια στοιχεία που θα μπορούσαν να καθορίσουν Κανονισμοί που εκδίδονται από το Υπουργικό Συμβούλιο.

17. Στο παρόν Παράρτημα "εγγράψιμος" σημαίνει υπόχρεο ή δικαιούχο να εγγραφεί δυνάμει του παρόντος Παραρτήματος.

18. Αναφορές στο παρόν Παράρτημα σε συναλλαγές είναι αναφορές σε συναλλαγές που πραγματοποιούνται μέσα στα πλαίσια ή για προώθηση των δραστηριοτήτων επιχείρησης.